Μαρία Μέλιου, Παθολόγος Λοιμωξιολόγος,Μάιος 2022
Το τοξόπλασμα είναι ένα πρωτόζωο, ένα ενδοκυττάριο παράσιτο, που μπορεί να προσβάλει τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος μπορεί να προσβληθεί σε οποιαδήποτε περίοδο της ζωής του. Η λοίμωξη επισυμβαίνει κυρίως μέσω της κατάποσης μολυσματικών ωοκύστεων οι οποίες αποβάλλονται από μολυσμένα ζώα κυρίως γάτες και συγγενικά είδη, και παραμένουν μολυσματικές στο περιβάλλον ως και ένα έτος(ανάλογα και τις συνθήκες). Η λοίμωξη από τοξόπλασμα καταλείπει συνήθως ισόβια ανοσία (δεν μπορεί κάποιος να μολυνθεί δύο φορές).
Στην Ελλάδα η πλειοψηφία των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας είναι επίνοσες για λοίμωξη από toxoplasma (σε ποσοστό άνω του 70%). Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν αποκτήσει ανοσία για το τοξόπλασμα σε μικρότερη ηλικία και επομένως πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές κατά τη διάρκεια της κύησης για αποφυγή λοίμωξης. Η συχνότητα λοίμωξης επίνοσων εγκύων κυμαίνεται ανάλογα την περιοχή από 0.2 ώς και 8 ανά 1000 κυήσεις.
Η ενδομήτρια λοίμωξη από τοξόπλασμα μπορεί να προκαλέσει υδροκέφαλο, εγκεφαλικές αποτιτανώσεις, χοριοαμφιβληστροειδοπάθεια, σπασμούς, ηπατοσπληνομεγαλία, ίκτερο, εξανθήματα, διαταραχές ακοής, μειωμένη ανάπτυξη, ενδομήτριο θάνατο κλπ.
Τα μέτρα πρόληψης λοίμωξης από τοξόπλασμα περιλαμβάνουν την κατανάλωση μόνο καλομαγειρεμένου κρεάτος( η κατάψυξη επίσης σκοτώνει το τοξόπλασμα), σχολαστικό πλύσιμο των ωμών λαχανικών πριν από την κατανάλωση, αποφυγή επαφής με περιττώματα γάτας(κυρίως αδέσποτων), χρήση γαντιών σε περίπτωση ενασχόλησης με χώμα (περιποίηση κήπου κλπ) και πλύσιμο των χεριών, προσοχή στην επαφή με σκεύη που ήρθαν σε επαφή με ωμά κρέατα και καλό πλύσιμο αυτών και κατανάλωση νερού μόνο από δίκτυα και εμφιαλωμένα (όχι πηγές, ποτάμια, λίμνες κλπ). Σε περίπτωση κατοικιδίου γάτας δεν υπάρχει λόγος απομάκρυνσης της από το σπίτι όμως συστήνεται σίτιση αυστηρά μόνο με ξηρά τροφή και μαγειρεμένες τροφές και να μην εξέρχονται από το σπίτι για την αποφυγή οξείας λοίμωξης της γάτας. Ιδανικά η έγκυος θα πρέπει να μην καθαρίζει η ίδια τα περιττώματα της γάτας ή εάν αυτό είναι αδύνατο, να χρησιμοποιεί γάντια κατά τη διαδικασία και να πλένει σχολαστικά τα χέρια της. Στην περίπτωση που τηρούνται αυτά δεν υπάρχει λόγος να απομακρυνθεί η οικόσιτη γάτα.
Η λοίμωξη από τοξόπλασμα συχνά είναι ασυμπτωματική και δεν γίνεται αντιληπτή εφόσον ο ασθενής δεν είναι ανοσοκατεσταλμένος. Αν υπάρχουν συμπτώματα αυτά είναι συνήθως άτυπα-πυρετόςμ κεγαλαλγία, μη κνησμώδες εξάνθημα, πόνος στο λαιμό, διόγκωση λεμφαδένων. Η λοίμωξη όμως κατά τη διάρκεια της κύησης μπορεί να έχει ιδιαίτερα σημαντικές επιπτώσεις στο έμβρυο.Η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να αποβεί σωτήρια για το έμβρυο. Ο αρχικός ορολογικός έλεγχος θα πρέπει να γίνεται όσο το δυνατόν νωρίτερα μετά τη διαπίστωση της κύησης. Ο έλεγχος γίνεται με τη μέτρηση των IgG και IgM αντισωμάτων κσι σνσλόγως των αποτελεσμάτων καθορίζεται η ανάγκη συνέχισης του ελέγχου. Σε περίπτωση προγραμματισμού εγκυμοσύνης καλό είναι να γίνεται ο έλεγχος πριν ώστε σε περίπτωση διάγνωσης οξείας λοίμωξης να καθυστερήσει η κύηση προς αποφυγή συνεπειών στο μελλοντικό κύημα.
Σε πρίπτωση ανεύρεσης θετικών IgM αντισωμάτων σε έγκυο πρέπει να γίνεται άμεση έναρξη αγωγής -πριν τα αποτελέσματα περαιτέρω ελέγχου. Στο πρώτο τρίμηνο το φάρμακο που χρησιμοποιείται είναι συνήθως η σπιραμυκίνη. Εάν στον πρώτο έλεγχο τα IgG αντισώματα είναι αρνητικά συστήνεται επανάληψη σε 3-4 εβδομάδες για την επιβεβαίωση οξείας λοίμωξης. Εάν στον πρώτο έλεγχο τα IgG είναι θετικά τότε συστήνεται έλεγχος με IgG avidity για καθορισμό του χρόνου λοίμωξης. Εάν αυτό είναι υψηλό και ο έλεγχος έχει γίνει το αργότερο 11η εβδομάδα κύησης τότε πρόκειται πιθανότατα για παλαιότερη λοίμωξη και μπορεί να διακοπεί η φαρμακευτική αγωγή. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις συνεχίζεται και διενεργείται υπερηχογραφική παρακολούθηση του εμβρύου και αμνιοπαρακέντηση προς διαπίστωση ή αποκλεισμό ενδομήτριας λοίμωξης.
Σε περίπτωση αρνητικών IgM στο πρώτο τρίμηνο, εάν τα IgG είναι θετικά δεν χρειάζεται περαιτέρω έλεγχος καθώς η έγκυος είναι άνοση για το τοξόπλασμα. Εάν όμως και αυτά είναι αρνητικά συστήνεται τακτικός έλεγχος ώστε να υπάρξει άμεση παρέμβαση σε περίπτωση θετικοποίησης των αντισωμάτων. Ταυτόχρονα δίνονται συμβουλές στην έγκυο για αποφυγή λοίμωξης από τοξόπλασμα.
Η πιθανότητα μετάδοσης της οξείας λοίμωξης στο έμβρυο και οι συνέπειες αυτής εξαρτώνται από το τρίμηνο της κύησης. Σε μη θεραπεία, η πιθανότητα μετάδοσης στο πρώτο τρίμηνο είναι περίπου 15%, στο δεύτερο τρίμηνο 45% και στο τρίτο 70%. Η βαρύτητα όμως της λοίμωξης είναι αντιστρόφος ανάλογη της ηλικίας κύησης. Δηλαδή το έμβρυο στο πρώτο τρίμηνο έχει σοβαρότερες συνέπειες ενώ λιγότερες στο τρίτο τρίμηνο. Επίσης η λήψη θεραπείας έγκαιρα σε σχέση με τη λοίμωξη μειώνει σε μεγάλο βαθμό την πιθανότητα λοίμωξης του εμβρύου. Σε περίπτωση πιθανής ή επιβεβαιωμένης οξείας λοίμωξης θα πρέπει να διενεργείται αμνιοπαρακέντηση μετά τη 18η εβδομάδα κύησης και εφόσον έχουν περάσει 4εβδομάδες από την πιθανή λοίμωξη, προς διενέργεια PCR για τοξόπλασμα. Η διενέργεια υπερηχογραφήματος τουλάχιστον ανά 4 εβδομάδες για παρακολούθηση εμφάνισης ανωμαλιών στο έμβρυο. Αναλόγως της ηλικίας κύησης και των αποτελεσμάττων της αμνιοπαρακέντησης και του υπερηχογραφικού ελέγχου η αντιβιοτική αγωγή μπορεί να αλλαχθεί σε συνδυασμό πυριμεθαμίνης, σουλφαδιαζίνης και λευκοβορίνης.
Τα νεογνά ελέγχονται επίσης μετά τον τοκετό κατά τη γέννηση και τη 10η ημέρα για ενδείξεις λοίμωξης και ανάγκη χορήγησης θεραπείας.
Οι πληροφορίες που περιέχονται στην ιστοσελίδα αποσκοπούν στη γενική ενημέρωση των χρηστών και δεν αποτελούν παροχή ιατρικών συμβουλών. Οι χρήστες και επισκέπτες της ιστοσελίδας φέρουν αποκλειστικά την ευθύνη για τη λήψη αποφάσεων που τυχόν βασίσουν στο περιεχόμενο της παρούσας ιστοσελίδας ή στις πληροφορίες που περιέχονται σε αυτήν.
Οι επισκέπτες του ιστότοπου δεν έχουν δικαίωμα αντιγραφής, αναπαραγωγής, αναδημοσίευσης, πώλησης, διανομής ή εκμετάλλευσης με οποιονδήποτε τρόπο περιεχομένου ή τμημάτων της σελίδας, εκτός αν έχει χορηγηθεί εγγράφως ειδική άδεια από τον κάτοχο της σελίδας