Μαρία Μέλιου Παθολόγος Λοιμωξιολόγος, Ιούλιος 2022
Κυτταρίτιδα ονομάζεται μια περιοχή διάχυτης λοίμωξης των μαλακών ιστών με ασαφή όρια. Το ερυσίπελας προσομοιάζει με την κυτταρίτιδα όμως συνήθως ορίζεται με σαφές όριο από την υγιή περιοχή. Οι λοιμώξεις δέρματος αυτών των δύο τύπων είναι από τις συχνές αιτίες νοσηλείας και αποτελούν από τα κυριότερα είδη λοιμώξεων του δέρματος.
Παράγοντες κινδύνου αποτελούν μικρές διασπάσεις του δέρματος (μικρές εκδορές, δήγματα,εγκαύματα κλπ), καθώς και καταστάσεις όπως το λεμφοίδημα και η φλεβική ανεπάρκεια. Διαβητικοί, ηλικιωμένοι και ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς είναι πιο επιρρεπείς στην εκδήλωση τέτοιων λοιμώξεων.
Τα μικρόβια που ενέχονται είναι κυρίως μικρόβια του δέρματος, σταφυλόκοκκοι, στρεπτόκοκκοι χωρίς να αποκλείονται άλλα παθογόνα ειδικά μετά από χειρουργικές επεμβάσεις, τραύματα, δήγματα κλπ. Συχνά δεν είναι δυνατόν να απομονωθεί το μικρόβιο που προκαλεί τη λοίμωξη καθώς δεν υπάρχει παραγωγή πύου ή γενικότερα υλικού προς καλλιέργεια.
Το ερυσίπελας αφορά κυρίως τα πιο επιφανειακά τμήματα του δέρματος και χαρακτηρίζεται από έντονη ερυθρότητα με σαφές όριο από την γύρω υγιή περιοχή. Εξελίσσεται ταχέως και συνήθως συνυπάρχει πόνος, Στην εξέλιξη του μπορεί να εμφανιστούν πομφόλυγες ενώ μετά από δέκα περίπου ημέρες εμφανίζεται απολέπιση. Το ερυσίπελας προκαλείται από στρεπτοκόκκους (κυρίως πυογόνο στρεπτόκοκκο και λιγότερο από στρεπτοκόκκους ομάδας C,G) χωρίς να αποκλείονται και ασυνήθη παθογόνα κυρίως σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς(πχ campylobacter σε ασθενείς με αγαμμασφαιριναιμία).
Η κυτταρίτιδα αφορά βαθύτερη φλεγμονή. Εμφανίζεται με πόνο, πυρετό, οίδημα και ερύθημα. Το δέρμα παίρνει συχνά τη μορφή φλοιού πορτοκαλιού. Τα όρια της φλεγμονής δεν είναι τόσο σαφή όσο στο ερυσίπελας. Μπορεί στο κέντρο της φλεγμονής να υπάρχει το αρχικό σημείο της λοίμωξης (πχ τραυμα,δήγμα) όπου μπορεί να υπάρχει κ συλλογή πύου. Τα μικρόβια που κυριαρχούν είναι πάλι οι στρεπτόκοκκοι, αλλά και σταφυλόκοκκοι και άλλα παθογόνα.
Στις περιπτώσεις που υπάρχει υλικό για καλλιέργεια(πχ πύον) αυτή καλό είναι να διενεργείται για την ταυτοποίηση του αιτίου. Συχνά όμως αυτό δεν είναι δυνατόν και έτσι η αγωγή είναι εμπειρική.
Υποτροπές συμβαίνουν συνήθως επί εδάφους χρόνιας φλεβικής στάσης(πχ φλεβική ανεπάρκεια κάτω άκρων) και λεμφοιδήματος. Παρόλα αυτά μπορεί να συμβεί και σε άλλες περιπτώσεις. Τα άτομα αυτά πρέπει να αξιολογούνται από λοιμωξιολόγο για την χορήγηση ενδεδειγμένης αγωγής. Στις περιπτώσεις αυτές συνήθως χορηγείται προφυλακτική αντιβιοτική αγωγής (κυρίως πενικιλλίνη ανά δυο ή τρεις εβδομάδες). Ανάλογα την περίπτωση η αγωγή μπορεί να τροποποιηθεί.
Η χειρουργική αντιμετώπιση δεν είναι συνήθως απαραίτητη. Η νοσηλεία και ενδοφλέβια αγωγή είναι απαραίτητη σε λοιμώξεις του προσώπου, σε ιδιαίτερα εκτεταμένες λοιμώξεις, λοιμώξεις κοντά σε τεχνητά υλικά(πχ τεχνητή άρθρωση) και όταν ο ασθενής παρουσιάζει σημεία «τοξικότητας» όπως ιδιαίτερα υψηλό πυρετό, αιμοδυναμική αστάθεια με υπόταση κλπ.
Σε λοιμώξεις των άκρων συστήνεται ανύψωση του πάσχοντος άκρου. Πενικιλλίνη εξακολουθεί να είναι το αντιβιοτικό εκλογής ακολουθούμενης από κεφαλοσπορίνες. Επι αλλεργιών μπορεί να χορηγηθούν άλλα αντιβιοτικά που στοχεύουν τα συνήθη παθογόνα.